- βαμβακίαση
- βαμβακίαση, η και μπαμπάκιασμα, τοασθένεια που προσβάλλει ορισμένα δέντρα, ο περονόσπορος.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
βαμβακίαση — η η βαμβακάδα … Dictionary of Greek
ψευδόκοκκος — Γένος εντόμων της οικογένειας των κοκκοειδών. Περιλαμβάνει μερικά επιβλαβή είδη, που προκαλούν τη βαμβακίαση των εσπεριδοειδών. Ο ψ. ή δακτυλόβιος, είναι σκεπασμένος από ένα είδος χιτώνα και εκκρίνει μια κηρώδη ύλη, που προκαλεί μεγάλες ζημιές… … Dictionary of Greek